Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Τροποποιήσεις συμβάσεων εργασίας


1. Κάθε  ατομική σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου  σηματοδοτεί και  υποχρέωση χορήγησης νέας άδειας με συνέπεια να λαμβάνεται ως δεδομένο στην περίπτωση αυτή ότι ο εργαζόμενος διανύει κάθε φορά το 1 ο  ημερολογιακό έτος.  Για τον καθορισμό του ημερολογιακού έτους που διανύει ο εργαζόμενος  και  κατ’ επέκταση των ημερών αδείας που δικαιούται ,  λαμβάνεται υπόψη η τελευταία στον ίδιο εργοδότη σύμβαση ορισμένου χρόνου. Ευνόητο είναι ότι στην περίπτωση αυτή με κάθε λήξη  σύμβασης ορισμένου χρόνου υποβάλλεται στο Π.Σ. «Εργάνη» το έντυπο Ε7 και με κάθε έναρξη σύμβασης ορισμένου χρόνου υποβάλλεται κατά τα γνωστά το Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης).

Δεν ασκεί  δηλαδή επιρροή  εν προκειμένω, ο αριθμός των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και η αρχική ημερομηνία έναρξης της σχέσης εργασίας. Αν όμως οι ανανεώσεις των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου γίνονται  άτυπα και χωρίς να υποβάλλεται για κάθε μια λήξη το  έντυπο Ε7 και για κάθε μια έναρξη το Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης Ε3-Ε4, τότε προφανώς  για τον καθορισμό του ημερολογιακού έτους που διανύει ο εργαζόμενος  και  κατ’ επέκταση των ημερών αδείας που δικαιούται ,  λαμβάνεται υπόψη η  αρχική ημερομηνία  έναρξης της σύμβασης εργασίας.

Στην Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 3392/2005 ορίζονται τα εξής: «Με το άρθρο 1 , του Ν.3302/2004 αντικαθίσταται η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.539/1945, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.1346/1983 και αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 13 τον Ν.3227/2004 και επαναφέρεται το «ημερολογιακό έτος» ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων. Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συμπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού. Ειδικότερα, με τη νέα παράγραφο 1α στον Α.Ν.539/1945, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό στο διάστημα ενός ημερολογιακού έτους.»

2. Στην περίπτωση σύναψης διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη , ως χρόνος έναρξης της σύμβασης και καθορισμού του χρόνου διάρκειας του εργασιακού έτους στο πλαίσιο υπολογισμού του επιδόματος ασθενείας που πρέπει να χορηγήσει ο εργοδότης (του  ενός μηνός ή του μισού μήνα) ,κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 657 και 658 του ΑΚ, νοείται η ημερομηνία πρόσληψης κατά την πρώτη  συναφθείσα σύμβαση εργασίας.

3. Ο εργαζόμενος  που  απασχολείτο με σύμβαση εργασίας  αορίστου χρόνου και αποχώρησε  οικειοθελώς,  ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια της σύμβασης αυτής, εάν προσληφθεί  εκ νέου στον ίδιο εργοδότη ( ακόμη και  σε σύντομο χρονικό διάστημα  έστω και μικρότερο των 45 ημερών) με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η νέα σύμβαση εργασίας λογίζεται ως  αυτοτελής και ως  ημερομηνία πρόσληψης  λαμβάνεται αυτή της  τελευταίας συναφθείσας σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου.



1. Κάθε  ατομική σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου  σηματοδοτεί και  υποχρέωση χορήγησης νέας άδειας με συνέπεια να λαμβάνεται ως δεδομένο στην περίπτωση αυτή ότι ο εργαζόμενος διανύει κάθε φορά το 1 ο  ημερολογιακό έτος.  Για τον καθορισμό του ημερολογιακού έτους που διανύει ο εργαζόμενος  και  κατ’ επέκταση των ημερών αδείας που δικαιούται ,  λαμβάνεται υπόψη η τελευταία στον ίδιο εργοδότη σύμβαση ορισμένου χρόνου. Ευνόητο είναι ότι στην περίπτωση αυτή με κάθε λήξη  σύμβασης ορισμένου χρόνου υποβάλλεται στο Π.Σ. «Εργάνη» το έντυπο Ε7 και με κάθε έναρξη σύμβασης ορισμένου χρόνου υποβάλλεται κατά τα γνωστά το Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης).  Δεν ασκεί  δηλαδή επιρροή  εν προκειμένω, ο αριθμός των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και η αρχική ημερομηνία έναρξης της σχέσης εργασίας. Αν όμως οι ανανεώσεις των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου γίνονται  άτυπα και χωρίς να υποβάλλεται για κάθε μια λήξη το  έντυπο Ε7 και για κάθε μια έναρξη το Ενιαίο Έντυπο Αναγγελίας Πρόσληψης Ε3-Ε4, τότε προφανώς  για τον καθορισμό του ημερολογιακού έτους που διανύει ο εργαζόμενος  και  κατ’ επέκταση των ημερών αδείας που δικαιούται ,  λαμβάνεται υπόψη η  αρχική ημερομηνία  έναρξης της σύμβασης εργασίας.  Στην Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 3392/2005 ορίζονται τα εξής: «Με το άρθρο 1 , του Ν.3302/2004 αντικαθίσταται η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.539/1945, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.1346/1983 και αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 13 τον Ν.3227/2004 και επαναφέρεται το «ημερολογιακό έτος» ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων. Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συμπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού. Ειδικότερα, με τη νέα παράγραφο 1α στον Α.Ν.539/1945, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό στο διάστημα ενός ημερολογιακού έτους.»  2. Στην περίπτωση σύναψης διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη , ως χρόνος έναρξης της σύμβασης και καθορισμού του χρόνου διάρκειας του εργασιακού έτους στο πλαίσιο υπολογισμού του επιδόματος ασθενείας που πρέπει να χορηγήσει ο εργοδότης (του  ενός μηνός ή του μισού μήνα) ,κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 657 και 658 του ΑΚ, νοείται η ημερομηνία πρόσληψης κατά την πρώτη  συναφθείσα σύμβαση εργασίας.  3. Ο εργαζόμενος  που  απασχολείτο με σύμβαση εργασίας  αορίστου χρόνου και αποχώρησε  οικειοθελώς,  ανεξάρτητα από τη χρονική διάρκεια της σύμβασης αυτής, εάν προσληφθεί  εκ νέου στον ίδιο εργοδότη ( ακόμη και  σε σύντομο χρονικό διάστημα  έστω και μικρότερο των 45 ημερών) με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η νέα σύμβαση εργασίας λογίζεται ως  αυτοτελής και ως  ημερομηνία πρόσληψης  λαμβάνεται αυτή της  τελευταίας συναφθείσας σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου