Του Γιώργου Δαλιάνη-
Διευθύνων Σύμβουλος της Artion Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.
Ένα
από τα βασικά αντικείμενα ελέγχου σε μία επιχείρηση είναι το ταμείο
αυτής. Τυχόν διαπίστωση ταμειακού ελλείμματος οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
υπάρχει πρόβλημα στο λογιστικό σύστημα της εταιρείας και πιθανότατα να
υπάρχει απόκρυψη συναλλαγών, όπως η μη καταχώρηση συναλλαγών, η μη
έκδοση τιμολογίων, η μη λήψη παραστατικών, ή η λήψη και χορήγηση δανείου
από την επιχείρηση.
Στο παρελθόν (υπό την ισχύ του Π.Δ. 186/1992
«Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων») η ύπαρξη ταμειακού ελλείμματος ανάλογα
με την έκτασή του ισοδυναμούσε, κατά το άρθρο 30 του ΚΒΣ, με ανεπάρκεια
ή ανακρίβεια των βιβλίων, με οδυνηρές συνέπειες για την επιχείρηση,
διότι φορολογούνταν εξωλογιστικά («έπεφταν τα βιβλία»).
Στο
άρθρο αυτό θα εξετάσουμε τι ισχύει σήμερα σχετικά με το έλλειμμα
ταμείου, πότε γίνεται ο έλεγχός του και ποιες είναι οι συνέπειες από την
μη ορθή τήρηση του λογαριασμού του ταμείου με βάση την κείμενη
νομοθεσία.
α. Αρχικά, με βάση το άρθρο 28 παρ. 2 του ν. 3296/2004, σχετικά με θέματα φορολογικών ελέγχων (που είναι ακόμα σε ισχύ), ορίζεται ότι:
«2.
Κατά τους διενεργούμενους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις
φορολογικούς ελέγχους επί επιτηδευματιών με βιβλία Γ' κατηγορίας του
Κ.Β.Σ., διενεργείται υποχρεωτικώς έλεγχος ταμείου και αξιογράφων, ο
οποίος και προηγείται των λοιπών ελεγκτικών επαληθεύσεων. Σε
περιπτώσεις διαπίστωσης αρνητικών ή θετικών διαφορών με βάση τον
παραπάνω έλεγχο, οι διαφορές αυτές, πέραν των λοιπών συνεπειών και
ανεξαρτήτως της προέλευσής τους, προστίθενται ως διαφορές καθαρών κερδών
και παράλληλα προσαυξάνουν τα ακαθάριστα έσοδα του υπόχρεου, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες.