Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2024

Αμοιβαία κεφάλαια Vs καταθέσεις

Τα τραπεζικά επιτόκια καταθέσεων κινήθηκαν κατά την τελευταία διετία σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τον πληθωρισμό, με αποτέλεσμα οι καταθέτες κατά τη συγκεκριμένη αυτή χρονική περίοδο να δουν την πραγματική (αγοραστική) αξία των αποταμιεύσεών τους να συρρικνώνεται.

Για παράδειγμα, ο εγχώριος πληθωρισμός έκλεισε το Δεκέμβριο του 2023 κοντά στο 3,5%, ενώ με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος του Νοεμβρίου το μέσο επιτόκιο για τις απλές καταθέσεις ιδιωτών κυμάνθηκε στο 0,4% και για τους προθεσμιακούς λογαριασμούς μεταξύ του 1,8% και του 2%. Ακόμη χειρότερα είχαν εξελιχθεί τα πράγματα την προηγούμενη χρονιά, όταν λόγω της εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους ο πληθωρισμός είχε διαμορφωθεί σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα.

Η κατάσταση αυτή δεν φαίνεται πως θα αλλάξει μέσα στο 2024, καθώς μπορεί οι αναλυτές να προβλέπουν ότι θα υπάρξει μια αποκλιμάκωση του πληθωρισμού (στο βαθμό φυσικά που δεν θα προκύψουν κάποια έκτακτα γεωπολιτικά ή άλλα γεγονότα), πλην, όμως, η εξέλιξη αυτή πολύ πιθανόν να συμπαρασύρει προς τα κάτω και τα προσφερόμενα τραπεζικά επιτόκια (με βάση τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού, ο φετινός πληθωρισμός υπολογίζεται στο 2,6%).

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, σειρά εταιρειών από το χώρο του asset management (μεταξύ αυτών και θυγατρικές των ίδιων των τραπεζών) επιχειρούν να προσελκύσουν μέρος των καταθέσεων, προκειμένου να το διαχειριστούν (και να αποκομίσουν τις σχετικές προμήθειες), επιδιώκοντας να σημειώσουν υψηλότερες αποδόσεις για τους πελάτες τους. Μεταξύ των προσφερόμενων εναλλακτικών προϊόντων, θα αναφερθούμε σήμερα σε τρεις κατηγορίες αμοιβαίων κεφαλαίων που απευθύνονται σε αποταμιευτές, οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν από μηδενικό έως μέτριο ρίσκο.

Αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς: Αποσκοπούν σε ένα προσωρινό «παρκάρισμα αποταμιεύσεων», που στόχο έχει να συνοδεύεται και από κάποια αξιοσημείωτη απόδοση, μέχρις ότου ο μεριδιούχος ενός τέτοιου αμοιβαίου κεφαλαίου να αποφασίσει το αν και πού θα αξιοποιήσει τα συγκεκριμένα χρήματα.

Πώς λειτουργούν, όμως, τα αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς; Όπως επισήμως αναφέρεται «σκοπός ενός τέτοιου αμοιβαίου κεφαλαίου είναι η διατήρηση της αρχικής αξίας της συμμετοχής και η παροχή ικανοποιητικής αποδόσεως για τον μεριδιούχο, ανάλογης των αποδόσεων των χρηματαγορών. Τα διαθέσιμα κεφάλαια επενδύονται κυρίως (δηλαδή κατά ποσοστό τουλάχιστον 65% του καθαρού ενεργητικού) σε μέσα χρηματαγοράς και καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα». Παράλληλα, αποφεύγεται οποιαδήποτε τοποθέτηση σε μετοχές.

Στην πράξη τώρα, τα αμοιβαία κεφάλαια Χρηματαγορών επενδύουν ένα μεγάλο ποσοστό των χρημάτων τους σε προϊόντα μηδενικού ρίσκου, τα οποία έχουν συνήθως χρονική διάρκεια έως ένα έτος και προσφέρουν μεγαλύτερες αποδόσεις σε σύγκριση με τον τραπεζικό τόκο.

Τα Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου (ή και άλλων κρατών) τρίμηνης, εξάμηνης, εννεάμηνης ή και δωδεκάμηνης διάρκειας αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας τοποθέτησης, όπου τα ετησιοποιημένα επιτόκια μπορούν να φτάσουν ακόμη και στο 4%. Οι Έλληνες ιδιώτες επενδυτές μπορούν να συμμετάσχουν και μόνοι τους στις σχετικές δημοπρασίες, αλλά μόνο μέχρι του ποσού των 15.000 ευρώ και χωρίς να είναι βέβαιοι ότι θα ικανοποιηθούν πλήρως για το σύνολο των τίτλων που ζήτησαν. Επίσης, αν επιχειρήσουν να αγοράσουν Ε.Γ.Ε.Δ. μέσα από τη δευτερογενή αγορά (από τράπεζες, Α.Ε.Π.Ε.Υ., ή χρηματιστηριακές εταιρείες) επιβαρύνονται με προμήθειες, με αποτέλεσμα τη σαφή μείωση της καθαρής τους απόδοσης. Άρα, τα αμοιβαία κεφάλαια Χρηματαγοράς μπορούν να αποκτήσουν ευκολότερη και φτηνότερη πρόσβαση στα Έντοκα Γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου.

Ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια: Απευθύνονται σε αποταμιευτές σχετικά χαμηλού (μικρομεσαίου) ρίσκου (υπάρχει π.χ. ο κίνδυνος κάποιοι εκδότες ομολόγων να μην ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους) με μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα (τρία έως έξι έτη), οι οποίοι αποσκοπούν σε βάθος χρόνου να καρπωθούν υψηλότερες αποδόσεις από αυτές των τραπεζικών καταθέσεων.

Τα Ομολογιακά Α/Κ τοποθετούνται κατά κύριο λόγο σε κρατικά και εταιρικά ομόλογα, οι ετήσιες αποδόσεις των οποίων (yields) είναι σαφώς υψηλότερες από αυτές των τραπεζικών καταθέσεων.

Πώς, όμως, προβλέπεται να κινηθούν οι επενδύσεις στα Ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια; Αυτό θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στην αγορά. Αν πάμε, για παράδειγμα, σε μια αξιοσημείωτη υποχώρηση των επιτοκίων, τότε πολύ πιθανόν να δούμε να καταγράφονται θετικές υπεραξίες. Αν τα πράγματα μείνουν περίπου όπως είναι σήμερα, τότε ο αποταμιευτής θα καρπωθεί τα οφέλη από τα κουπόνια των ομολόγων, στα οποία τοποθετούνται τα Ομολογιακά Α/Κ και οδηγούν σε υψηλότερες επιτοκιακές αποδόσεις από αυτές των καταθέσεων.

Αν, τέλος, -κόντρα στις προβλέψεις των αναλυτών- για διάφορους λόγους τα επιτόκια εκτιναχθούν, τότε θα δούμε για ένα διάστημα κάποια υποχώρηση στις τιμές, όμως το πιθανότερο είναι πως η κατάσταση πιθανότατα θα εξομαλυνθεί με την πάροδο του χρόνου. Με αυτό τον τρόπο, αν τηρηθεί ο προτεινόμενος επενδυτικός ορίζοντας των τριών έως έξι ετών, είναι πολύ πιθανόν να προκύψει και τότε μια καλή απόδοση.

Όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα παρατηρηθούν φαινόμενα default (αθέτηση υποχρεώσεων) σε κάποιο ή κάποια από τα ομόλογα που έχει επενδύσει το Αμοιβαίο Κεφάλαιο.

Ομολογιακά Α/Κ συγκεκριμένης διάρκειας: Είναι και αυτά ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια, με τη διαφορά ότι έχουν συγκεκριμένη χρονική περίοδο και επιπλέον προσφέρουν συνήθως ετήσιο (αφορολόγητο) εισόδημα με τη μορφή «μερίσματος».

Πώς λειτουργεί, όμως, ένα τέτοιο αμοιβαίο κεφάλαιο; Αν, για παράδειγμα, έχει χρονική διάρκεια τεσσάρων ετών, σχηματίζει ένα χαρτοφυλάκιο ελληνικών ή και ξένων (κρατικών, ή/και εταιρικών) ομολόγων που αποπληρώνονται πολύ κοντά στην ημερομηνία λήξης του Α/Κ. Το Α/Κ εισπράττει κάθε χρόνο τους τόκους των ομολόγων, τους οποίους στην ουσία αποδίδει στους μεριδιούχους του με τη μορφή μετρητών. Στη λήξη του Ομολόγου, το Α/Κ εισπράττει τα ποσά των ομολόγων που λήγουν και τα επιστρέφει στους ομολογιούχους. Αν το σύνολο των ομολόγων αποπληρωθεί κανονικά και αυτά έχουν αγοραστεί «κάτω από το εκατό» (δηλαδή με έκπτωση έναντι της ονομαστικής τους αξίας), τότε οι μεριδιούχοι θα καρπωθούν επιπλέον και μια υπεραξία.

Υ.Γ.1: Το ρίσκο των τραπεζικών καταθέσεων θεωρείται μηδενικό. Επιπλέον, οι καταθέτες λογαριασμών ταμιευτηρίου και όψεως έχουν άριστη ρευστότητα, οπότε μπορούν θεωρητικά να προστατευθούν σε ένα ενδεχόμενο ισχυρών μελλοντικών πληθωριστικών πιέσεων.

Υ.Γ.2: Οι παρελθούσες αποδόσεις των Αμοιβαίων Κεφαλαίων δεν εγγυώνται τις μελλοντικές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου